Συνέντευξη στο Documento News
Ο δρ Χάρης Κοντοές του Αστεροσκοπείου εξηγεί το ακραίο φαινόμενο με τον δύσκολο χειρισμό εξαρχής
«Ηταν σαν ποταμός πύρινης λάβας που έτρεχε με μεγάλη ταχύτητα και με σχεδόν στοχευμένη κατεύθυνση, χωρίς παρεκκλίσεις, προς την οικιστική και δασική περιοχή που κατακάηκε στη Ραφήνα και στο Μάτι».
Έτσι περιγράφει, μιλώντας στο Documento, την πορεία της καταστροφικής πυρκαγιάς της 23ης Ιουλίου στη νοτιοανατολική Αττική ο δρ Χάρης Κοντοές, διευθυντής Ερευνών στο Ινστιτούτο Αστρονομίας, Αστροφυσικής, Διαστημικών Εφαρμογών και Τηλεπισκόπησης του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών (EAA).
Ειδικός στον τομέα της δορυφορικής τηλεπισκόπησης, επικεφαλής του Κέντρου Διαχείρισης Φυσικών Καταστροφών BEYOND του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, παρακολούθησε σχεδόν σε πραγματικό χρόνο, από το πρώτο λεπτό που ξέσπασε η πυρκαγιά στο Νταού Πεντέλης, το πέρασμα από τον Νέο Βουτζά και την Καλλιτεχνούπολη έως τη στιγμή που έφτασε στη θάλασσα, στο Μάτι. «Ηταν μια πυρκαγιά που ξέσπασε σε μια ιδιαίτερη συνθήκη και ως προς τα μετεωρολογικά στοιχεία και ως προς την περιοχή που έκαψε» επισημαίνει ο κ. Κοντοές. Και προσθέτει: «Την αντιληφθήκαμε αμέσως με τα δορυφορικά συστήματα, στις 5 και κάτι το απόγευμα της Δευτέρας. Μέσα σε περίπου δυο τρεις ώρες είχε φτάσει στο Μάτι της νοτιονατολικής Αττικής. Δεν ήταν σύνηθες συμβάν. Ηταν ακραίο φαινόμενο από την άποψη της ταχύτητας και της κατεύθυνσης της φωτιάς. Εκαψε γρήγορα και πέρασε κατευθείαν έως την περιοχή της Ραφήνας και της Νέας Μάκρης σαν ένα χωνί/τρίγωνο που ανοιγόταν με κατευθυντήρια γραμμή εξαρχής και συνεχώς προς την οικιστική και δασική παραλιακή ζώνη, όπου κατέληξε σκορπώντας καταστροφή».
Ταχύτητα και εκκένωση
Τα δεδομένα της πορείας της φωτιάς ανανεώνονταν ανά πέντε λεπτά μέσω του δορυφορικού συστήματος του BEYOND του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, ήταν στη διάθεση των αρμόδιων αρχών, οι οποίες ενημερώνονταν και τα αξιοποιούσαν για να διαχειριστούν τη δύσκολη κατάσταση. «Ηταν τόσο ραγδαίο το φαινόμενο που από τη στιγμή που ξέσπασε ήταν δύσκολος ο χειρισμός. Μέσα σε πολύ λίγες ώρες έφτασε έως τις παρυφές της περιοχής που είχε την ιδιαιτερότητα να είναι και δασική και οικιστική. Εδώ συνδυάζονται η ταχύτητα και η κατευθυντικότητα προς αστικό ιστό» εξηγεί.
Οταν τον ρωτάμε αν μπορούσε με εκκένωση της περιοχής εγκαίρως να ήταν διαφορετική η εξέλιξη της πυρκαγιάς ως προς τις τραγικές επιπτώσεις της, αποφεύγει να απαντήσει ευθέως: «Η πληροφόρηση που δίνεται από το Αστεροσκοπείο συνδυάζεται από τις αρχές με άλλα στοιχεία και δυνατότητες (διαθέσιμο προσωπικό, τεχνικά μέσα, σχεδιασμό πυρόσβεσης, χαρακτηριστικά περιοχής κ.λπ.). Μεσολαβούν και άλλοι παράγοντες. Η εκκένωση προϋποθέτει σχεδιασμό. Ακόμη κι αν εφαρμόζονταν σχέδια εκκένωσης, θα χρειαζόταν ψυχραιμία και από εκείνους που θα εκαλούντο να τα εφαρμόσουν – είναι και θέμα παιδείας, νοοτροπίας…».
Συγκρίνει τη φωτιά στη νοτιοανατολική Αττική με δυο περιπτώσεις συμβάντων μεγάλης έκτασης και δραματικών επιπτώσεων. Αφενός με την πλημμύρα της Μάνδρας που «είχε μια απίθανη ραγδαιότητα», λέει, σημειώνοντας ότι η περιοχή εκείνη δεν είχε ζήσει ανάλογη εμπειρία τα τελευταία 50 χρόνια. Αφετέρου με τη μεγάλη λαίλαπα φωτιάς στην Ηλεία το 2007 όταν σε μια νύχτα καταστράφηκε ένας ολόκληρος νομός και υπήρξαν πολλοί νεκροί. Πάντως, επισημαίνει ως «σημαντική διαφορά» ότι στην περίπτωση της φωτιάς στη Ραφήνα και στο Μάτι χάθηκαν ζωές αν και η πυρκαγιά έκαψε μικρή έκταση σε σχέση με άλλες φωτιές. «Ηταν πιο καταστροφική» λέει.
Πολυπαραγοντικά αίτια
Ετσι κι αλλιώς οι επιπτώσεις μιας δασικής πυρκαγιάς έχουν πολυπαραγοντικά αίτια. Αυτό αποτυπώνεται και στα εντυπωσιακά στοιχεία που περιλαμβάνονται στη μελέτη του Αντώνη Σκρεπετού με τίτλο «Στατιστική ανάλυση μεγάλων δασικών πυρκαγιών στην Ελλάδα» (2018) του τμήματος Γεωγραφίας του Χαροκόπειου Πανεπιστημίου, στο πλαίσιο Μεταπτυχιακού Προγράμματος Σπουδών Εφαρμοσμένης Γεωγραφίας και Διαχείρισης του Χώρου.
Παρά το ότι τα δεδομένα από τη Δασική Υπηρεσία και την Πυροσβεστική χαρακτηρίζονται από ελλείψεις και λάθη, η διερεύνηση των χαρακτηριστικών δασικών πυρκαγιών μεταξύ 2000 και 2015 ανέδειξε «ορισμένες τάσεις σε συγκεκριμένους παράγοντες ως προς το μέγεθος της φωτιάς, οι οποίες ενδεχομένως να είναι χρήσιμες στους αρμόδιους φορείς για τη διαχείριση των δασικών πυρκαγιών». Όπως σημειώνεται στη μελέτη, «η κλίση του εδάφους φαίνεται να είναι σημαντικός παράγοντας στην εξέλιξη μιας μεγάλης πυρκαγιάς. Το είδος της βλάστησης και το γεωγραφικό πλάτος φαίνεται να έχουν μια οριακή συσχέτιση με το μέγεθος της καμένης έκτασης, ενώ οι καιρικές συνθήκες, όπως η ένταση του ανέμου και η αλληλεπίδραση θερμοκρασίας και σχετικής υγρασίας ενισχύουν το μέγεθος της φωτιάς. Επιπλέον, οι παράλληλες συνολικές πυρκαγιές και οι παράλληλες μεγάλες πυρκαγιές που καίνε στην επικράτεια της χώρας επιδρούν στην εξέλιξη μεγάλων πυρκαγιών»…
http://www.documentonews.gr/article/h-fwtia-etrexe-san-pyrinh-laba